Η μεγάλη εσωτερική κρίση της ελληνικής κοινότητας των Σερρών το 1891

Το κορυφαίο ζήτημα του 1891, το οποίο ταρακούνησε την ενότητα της ελληνικής κοινότητας των Σερρών όσο τίποτε άλλο μέχρι τότε, ήταν η ρήξη μεταξύ των δύο παρατάξεων, των λαϊκών «Τσιπλάκηδων» και των πλούσιων «Τσορμπατζήδων», μετά από τις ενοριακές εκλογές του Απριλίου και την καθαρή νίκη των πρώτων. Ειδικότερα, οι μέχρι τότε πλειοψηφούντες επανεξέλεξαν 13 αντιπροσώπους, ενώ από τις εκλογές αναδείχθηκαν και 23 νέοι, όλοι αντιπολιτευόμενοι.

 Η μέχρι τότε πλειοψηφούσα συντηρητική παράταξη επέμεινε να μην αποσυρθούν οι εκπρόσωποί της από τις διοικητικές υποθέσεις της κοινότητας, έχοντας εξασφαλίσει την υποστήριξη και του μητροπολίτη Σερρών, ο οποίος ως επικεφαλής της δημογεροντίας αποφάσισε μετά το Πάσχα την ακύρωση όλων των ενοριακών εκλογών πλην τριών, στις οποίες είχαν εκλεγεί οι Αθανάσιος Εμμανουήλ και Δ. Ζλάτκος από τη συμπολιτευόμενη μερίδα και οι Δ. Χατζηδήμου και Αθανάσιος Κοντός από τη μέχρι πρότινος αντιπολίτευση.

Στις 26 Απριλίου /8 Μαΐου πάνω από δύο χιλιάδες πολίτες (τουλάχιστον σύμφωνα με την εκτίμηση του ανταποκριτή του Ανατολικού Μηνύτορα, του πρώτου που έδωσε ευρεία δημοσιότητα στην υπόθεση) συγκεντρώθηκαν και μετέβησαν στη Μητρόπολη, όπου δώδεκα εκπρόσωποί τους συναντήθηκαν με τον μητροπολίτη Κωνσταντίνο ζητώντας απ’ αυτόν ν’ ανακαλέσει την απόφασή του, προκειμένου να ηρεμήσουν τα πνεύματα, όμως εκείνος απέρριψε την πρότασή τους. Μόλις οι συγκεντρωμένοι ενημερώθηκαν από τον Α. Κοντό για την αρνητική απάντηση του ιεράρχη, ξέσπασαν σε έντονες διαμαρτυρίες ζητώντας την άμεση εκδίωξή του, κατέληξαν δε στο ακόλουθο ψήφισμα, για τη σύνταξη του οποίου απαιτήθηκαν τέσσερις ώρες λόγω του μεγάλου συγκεντρωμένου πλήθους:

«Ο λαός θεωρεί τον μητροπολίτην ως πεπαυμένον και τάττει αυτώ προθεσμίαν δεκαπενθήμερον όπως καταλίπη την μητρόπολιν. Παρελθούσης της προθεσμίας ταύτης ο λαός θα εκλέξη επιτροπήν, ήτις θα λάβη ανά χείρας την διεύθυνσιν των υποθέσεων της κοινότητος».

Επίσης συντάχθηκε ανάλογο πρακτικό, το οποίο τηλεγραφήθηκε σε όλα τα πατριαρχεία εκθέτοντας τους λόγους για τους οποίους θεωρούσαν ότι ο μητροπολίτης εργαζόταν υπέρ συγκεκριμένου κόμματος, στερούμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του πνευματικού αρχηγού όλης της κοινότητας. Από την άλλη, ο ίδιος ο μητροπολίτης και οι υποστηρικτές του επιχείρησαν να υποβαθμίσουν την κρίση διαψεύδοντας τις καταγγελίες με ξεχωριστό υπόμνημα.

Σοβαρά επεισόδια έλαβαν χώρα και στις 5/17 Μαΐου στη –φρουρούμενη από στρατιώτες– εκκλησία των Ταξιαρχών, όπου πιστοί αποκήρυξαν τον μητροπολίτη φωνάζοντας «ανάξιος». Λίγες μέρες μετά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο όρισε ως έξαρχο Σερρών τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Σωφρόνιο, ο οποίος ήρθε στην πόλη και ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 17/29 Μαΐου με στόχο την επίλυση της κρίσης.

Στο μεταξύ σε επιστολή από τις Σέρρες με ημερομηνία 15 Μαΐου, που δημοσιεύτηκε στον Νεολόγο με υπογραφή «Ω.», ο επιστολογράφος προχωρούσε σε ευθεία προσωπική επίθεση κατά του μητροπολίτη κατηγορώντας τον για «πολιτεία αποκλειστικώς κομματική υπέρ των ολίγων ομοφρόνων του, μεροληψία ένεκα πολλών λόγων, ολιγωρία των θρησκευτικών κανόνων και διατάξεων, ιδιωτικό βίο ουχί κατά πάντα αξιοπρεπή, ακηδία περί την περιφρούρησιν απέναντι των σχισματικών των συμφερόντων της εκκλησίας [και] περιφρόνησι των δικαιωμάτων του λαού».

Μεγάλη ένταση υπήρξε και στις 21 Μαΐου/2 Ιουνίου κατά τη λειτουργία για τη γιορτή των ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης στον μητροπολιτικό ναό των αγίων Θεοδώρων. Αντιπολιτευόμενοι αποκήρυξαν τον μητροπολίτη, όταν αυτός άρχισε να ευλογεί στην αρχή της λειτουργίας, φωνάζοντας «ανάξιος, ανάξιος», με τους υποστηρικτές του ιεράρχη ν’ απαντούν φωνάζοντας «άξιος».

Χρειάστηκε η συνδρομή αστυνομικών και στρατιωτών προκειμένου να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να μη σημειωθούν χειρότερα επεισόδια μεταξύ των πιστών, ενώ η ησυχία αποκαταστάθηκε πλήρως μόνο όταν ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης παρέλαβε τον Σερρών και αναχώρησαν. Στον ναό των αγίων Θεοδώρων παρέμειναν μόνο οι αντιπολιτευόμενοι, επικεφαλής των οποίων ήταν οι Χατζηδήμου, Κοντός, Παπάζογλου, Γράτζιος κλπ., η δε λειτουργία συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε μόνο με τους ιερείς.

Στις 25 Μαΐου/6 Ιουνίου ελήφθη νέο τηλεγράφημα από την Κωνσταντινούπολη, που οδήγησε στην επανάληψη των διαπραγματεύσεων και στις οποίες ξεκαθαρίστηκε ότι ο μητροπολίτης δεν θα λειτουργούσε πλέον μέχρι να βρεθεί συμβιβαστική λύση. Την επόμενη μέρα, 26 του μηνός, η επιτροπή του λαού απάντησε εγγράφως θέτοντας τα δύο βασικά της αιτήματα: α) να σταματήσει ο μητροπολίτης να προεδρεύει των υπαρχόντων σωματείων μέχρι ν’ αποφασιστεί η μετάθεσή του και β) να συγκροτηθεί γενική συνέλευση του λαού, η οποία να συντάξει νέο κανονισμό, σύμφωνα με τον οποίο να διενεργηθούν νέες εκλογές.

Μετά από λίγες μέρες το Πατριαρχείο έδωσε νέα εντολή στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης να επιστατήσει σε νέες κοινοτικές εκλογές στις Σέρρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μητροπολίτης Σερρών θα απουσίαζε τυπικά σε περιοδεία στην επαρχία του, παραμένοντας όμως στη θέση του. Αναμενόμενα η αντιπολιτευόμενη παράταξη δεν δέχτηκε την απόφαση αυτή, που δεν ικανοποιούσε ούτε ένα από τα αιτήματά της.

Στο μεταξύ η Ιερά Σύνοδος ενέκρινε τον διορισμό του μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης Κωνσταντίνου ως συνέξαρχου του Θεσσαλονίκης. Παράλληλα έδωσε σε αμφότερους εντολή για σύγκληση της γενικής συνέλευσης των Σερραίων κατά τους ήδη ισχύοντες κανόνες, προκειμένου να εκπονηθεί σχέδιο νέου κοινοτικού κανονισμού, μετά την ψήφιση του οποίου (αλλά και την έγκριση και επικύρωσή του από το Πατριαρχείο) θα πραγματοποιούνταν οι ενοριακές εκλογές σύμφωνα με τους νέους πλέον κανόνες. Ούτε αυτή η πρόταση ικανοποίησε την αντιπολίτευση, καθώς δεν κάλυπτε το σύνολο των αιτημάτων της.

Ακολούθησαν και άλλες παρεμβάσεις της Ιεράς Συνόδου, που όμως ήταν εξαιρετικά γενικές και άτολμες, ώστε απορρίπτονταν από αμφότερες τις παρατάξεις, όπως συνέβη και με την απόφαση που κοινοποιήθηκε στην πόλη των Σερρών στις 5/17 Αυγούστου. Σύμφωνα μ’ αυτήν, επερχόταν η οριστική κατάργηση του παλιού κανονισμού (βάσει του οποίου ο μητροπολίτης Σερρών είχε αποφασίσει την αναντίστοιχη με τη λαϊκή βούληση ακύρωση των εκλογών), η εξαρχία διατασσόταν να συγκροτήσει καθολική συνέλευση άνευ κανονισμού (αλλά όπως οι δύο συνέξαρχοι ιεράρχες έκριναν προσφορότερο), ενώ τα υφιστάμενα σωματεία με τη δημογεροντία και τις εφορείες των σχολείων και του νοσοκομείου θα εξακολουθούσαν να εργάζονται κανονικά μέχρι να συνταχθεί/ψηφιστεί/επικυρωθεί/εφαρμοστεί ο νέος κανονισμός από τη μέλλουσα συντακτική επιτροπή!

Όμως τα παράπονα κατά του μητροπολίτη Σερρών δεν σχετίζονταν αποκλειστικά με τις κομματικές αντιπαλότητες και τη σαφή υπέρβαση του πνευματικού του ρόλου. Σε επιστολή Σερραίου, που υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Πατριώτης», δημοσιευθείσα στη Νέα Εφημερίδα της 23.08.1891, ο Βαφείδης εγκαλείτο για σειρά πράξεων ή αμελειών, όπως:

η ανασύσταση της βουλγαρικής σχολής που είχε κλείσει προσωρινά πριν τρία χρόνια, αλλά πλέον αριθμούσε πάνω από 300 μαθητές· η επίσημη αναγνώριση βουλγαρικής κοινότητας, ολοένα αυξανόμενης· η για πρώτη φορά επιτραπείσα περιφορά επιταφίων από τους Βούλγαρους· η ελεύθερη εκμετάλλευση και εμπορεία της κηροποιίας, που παλιότερα αποτελούσε μονοπώλιο της εφορείας του νοσοκομείου· η περιφρόνηση της σφραγίδας της Μητρόπολης από Τούρκο κλητήρα, ο οποίος ξέσκισε και καταπάτησε τοιχοκολλημένη προκήρυξη της Μητρόπολης με την αιτιολογία ότι αυτή δεν είχε χαρτοσημανθεί· η καταδίωξη και βαριά τιμωρία των φτωχών χωρικών που αδυνατούσαν να πληρώσουν το χαράτσι τους· η μεγάλη αύξηση των διαζυγίων· η αποστασία 30 βουλγαρικών χωριών της περιφέρειας Σερρών· η εγκατάσταση στη βουλγαρική σχολή Σερρών του αρχιμανδρίτη Γκολοβάνωφ· η παράδοση στις τουρκικές αρχές του αποφοίτου του γυμνασίου της πόλης Βασιλ. Μιχαηλίδη για κάποια δήθεν επιλήψιμη επιστολή και η εξορία του στα βάθη της Μικράς Ασίας· η πλήρης εκβουλγάριση της Βροντούς και της Πόλας· η δημόσια διατύπωση απειλής προς την επιτροπή των σχολείων, που είχε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, ότι «ή την επιχορήγησιν ή θα μετανοήση και θα είναι αργά»!

Στο μεταξύ πρόβλημα προέκυψε και με τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, ο οποίος αναστάτωσε τους κύκλους της σερραϊκής κοινότητας με την υπογραφή ενός συμβολαίου, που γενικά κρίθηκε ως ανεφάρμοστο. Συγκεκριμένα, αποφάσισε την ανοικοδόμηση του μητροπολιτικού ναού όχι όμως επί των θεμελίων του, όπως προέβλεπε παλιότερη απόφαση, την ανέγερση της μητροπολιτικής κατοικίας εντός του περιβόλου του νοσοκομείου και τη μεταφορά του νοσοκομείου εκτός της πόλεως, κοντά στην εβραϊκή συνοικία.

Ο θάνατος του Οικουμενικού Πατριάρχη Διονύσιου Ε΄ ανέκοψε τις προσπάθειες επίλυσης της κρίσης. Με την τύχη του στην κεφαλή της μητρόπολης Σερρών να εξακολουθεί να βρίσκεται σε εκκρεμότητα και δεδομένου ότι σε κανένα μητροπολίτη δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει την επαρχία του όσο εκκρεμούσε η εκλογή του νέου Οικουμενικού Πατριάρχη, ο Σερρών Κωνσταντίνος διατάχθηκε ν’ αποσυρθεί στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου μέχρι να βρεθεί μια λύση στο εκκλησιαστικό πρόβλημα.

Προηγουμένως –μετά τα επεισόδια της 21ης Μαΐου– είχε ζητηθεί από τον ιεράρχη ν’ αποσυρόταν στα χωριά της επαρχίας του, όπου όμως δεν έγινε δεκτός από τους πιστούς, ενώ και ο ίδιος εμφανιζόταν δυσαρεστημένος με την επιλογή της μονής του Τιμίου Προδρόμου. Αντικανονικά, ο μητροπολίτης εγκατέλειψε το μοναστήρι το Σεπτέμβριο και επέστρεψε στην πόλη των Σερρών επικαλούμενος επείγουσα ανάγκη.

Στο μεταξύ η Ιερά Σύνοδος επέτρεψε την επάνοδο του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης στην επαρχία του, ώστε μοναδικός πατριαρχικός έξαρχος απέμεινε ο Σερβίων και Κοζάνης. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο αρχιμανδρίτης Γκολογκάνωφ προσπαθούσε να μαζέψει υπογραφές στα χωριά με αίτημα το διορισμό Βούλγαρου επισκόπου.

Εν όψει της εκλογής νέου Πατριάρχη η εφοροδημογεροντία της πόλης των Σερρών από κοινού με το μητροπολίτη ανέδειξαν ως αντιπρόσωπο της επαρχίας Σερρών τον Π. Χρυσό, παρότι μεγάλο μέρος της πόλης και τα χωριά της περιφέρειας είχαν ψηφίσει τον Γ. Κωνσταντινίδη. Η πρώτη συνεδρίαση της εκλογικής συνέλευσης συνήλθε στις 20 Οκτωβρίου/1 Νοεμβρίου και σ’ αυτήν ο μητροπολίτης Σερρών Κωνσταντίνος έλαβε μία ψήφο –δεκαέξι ήταν συνολικά οι ιεράρχες που έλαβαν έστω μία ψήφο και χρίστηκαν αρχικά ως υποψήφιοι– όμως τελικά τ’ όνομά του διεγράφη ύστερα από πρόταση του τοποτηρητή του πατριαρχικού θρόνου, διότι δεν είχε συμπληρώσει επταετία ως αρχιεπίσκοπος.

Τελικά στις 27 Οκτωβρίου/8 Νοεμβρίου νέος Πατριάρχης εξελέγη ο –γεννημένος στο Ροδολίβος– Νεόφυτος Η΄ (κατά κόσμον Ιωακείμ Παπακωνσταντίνου), ο οποίος αρχικά δεν περιλαμβανόταν καν στη λίστα των δεκαέξι αναδειχθέντων υποψηφίων, αλλά ήταν μεταξύ των ονομάτων που προτάθηκαν μετά τη διαγραφή του Σερρών για το λόγο που αναφέρθηκε.

Ο νέος Πατριάρχης, θέλοντας να συμβάλει στην επίλυση του εκκλησιαστικού προβλήματος των Σερρών, τον Νοέμβριο έδωσε εντολή στον μητροπολίτη Κασσανδρείας να μεταβεί στις Σέρρες –αρχικά ως συνέξαρχος του μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης και στη συνέχεια του Προύσης Ναθαναήλ– και να μεσολαβήσει για την εξεύρεση μιας συμβιβαστικής λύσης. Μέχρι δε να βρεθεί η λύση αυτή, η Ιερά Σύνοδος ζήτησε από τον μητροπολίτη Σερρών να διαμείνει στη Θεσσαλονίκη, όπως και έγινε.

Μια ενδιαφέρουσα επιστολή από τα Μουδανιά με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου, δημοσιεύτηκε στον Νεολόγο μετά την αναχώρηση του μητροπολίτη Προύσης για τις Σέρρες. Ήταν μια μακροσκελής επιστολή, που ήθελε να εκπέμψει προς τους Σερραίους ένα μήνυμα ενότητας. Διαβάζουμε ανάμεσα σ’ άλλα:

«[...] Τα εν Σέρραις είτε καλά είτε μη, επιδρώσιν εφ’ όλην την Β.Α. Μακεδονίαν. Η εκ της διχοστασίας ζημία δεν περιορίζεται μόνον εν τη πόλει, και μάλιστα οπόταν οι επίβουλοι και φανεροί ημών εχθροί επιτηδείως εκμεταλλεύωνται αυτήν. Αι Σέρραι ως κέντρον της ΒΑ. Μακεδονίας εισί προσφιλής παντί φιλομούσω και φιλοπάτριδι ομογενεί, ποθούντι να βλέπη αυτήν ου μόνον μεταλαμπαδεύουσαν τα φώτα της προγονικής ημών παιδείας καθ’ όλον το τμήμα εκείνο, αλλά και κατά τ’ άλλα να διατελή τύπος και υπογραμμός τοις πέριξ και τοις μακράν.

Απολώλαμεν, αν πρόκηται εκ περιτροπής αι πρώται πόλεις της Μακεδονίας να μεταβάλλωνται εις πεδίον ακάμπτου και λυσσώδους αγώνος. Γινώσκοντες τους κορυφαίους των δύο εν Σέρραις μερίδων, εξετιμήσαμεν προσηκόντως τον άκρατον αυτών εθνισμόν, την φιλοπατρίαν και τ’ άλλα τα γενναία αισθήματα· διό υπάρχει ελπίς ότι θέλουσι πλέον συνδιαλλαγή αμοιβαίως, υποχωρούντες και εκτιμώντες το μεν την ην απέναντι Θεού και ανθρώπων υπέχουσιν ευθύνην και την ως εκ της παρατάσεως της νυν καταστάσεως προσγιγνομένην ανυπολόγιστον ζημίαν, ην βεβαίως ουδέποτε θέλουσιν ανεχθή να ίδωσιν εις γάγγραιναν μεταβαλλομένην, ουδέ να καταστή η πόλις αυτών θλιβερόν και μοναδικόν παράδειγμα αληθούς διαιρέσεως και ασπόνδου μέχρι θανάτου εμφυλίου πολέμου [...]».

Η κατάσταση στην πόλη των Σερρών έμοιαζε απελπιστική, όπως την περιέγραφε η εφημερίδα Ακρόπολις στις 22 Δεκεμβρίου: «Όλα τα σχολεία αργούν ακόμη από του Σεπτεμβρίου, η εμπάθεια δε των ανταγωνιζομένων μερίδων εισώρμησε και εις τα οικογενειακά άσυλα, και συχνότατα κυκλοφορούν αισχρότατοι λίβελλοι, δι’ ων υβρίζεται η τιμή των οικογενειών. Εις καμμίαν άλλην πόλιν εν Τουρκία, κατοικουμένην υπό ελλήνων, δεν επαρουσιάσθη η επιζημιωτάτη κατάστασις των Σερρών, είνε δε θλιβερώτατον, ότι οι αρμόδιοι δεν εφρόντισαν να προλάβουν αυτήν, ενεργούντες μετ’ αποτελεσματικότητος κατά των πρωταιτίων».

Τελικά η ενασχόληση των αγίων Προύσης και Κασσανδρείας βοήθησε πάρα πολύ στην αποφόρτιση της έντασης, ώστε στα τέλη της χρονιάς, παραμονές των Χριστουγέννων, άνοιξαν επιτέλους τα ελληνικά σχολεία της πόλης. Συγκεκριμένα στις 22 Δεκεμβρίου/3 Ιανουαρίου τελέστηκε αγιασμός και άρχισαν οι εγγραφές των μαθητών. Πλέον είχε αρχίσει να διαφαίνεται μια χαραμάδα αισιοδοξίας, ότι η επόμενη χρονιά θα ήταν πολύ καλύτερη για τα κοινοτικά των Σερρών. 

   ____________________________________

* Από την έρευνα «Οι Σέρρες και οι Σερραίοι μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων», τόμος Β΄, σελίδες 7-13

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εισαγωγή

  Σκοπός της παρούσας έρευνας δεν είναι η συγγραφή της Ιστορίας, αλλά: - α. Η εξοικείωση με τη ζωή στην περιοχή που σήμερα ορίζεται γεωγρ...