Το ζήτημα του Μητροπολίτη Σερρών το 1888

Το γεγονός που σημάδεψε το σερραϊκό 1888 ήταν αναμφίβολα η αναπάντεχη κρίση που ξέσπασε τον Μάρτιο μετά από το τηλεγράφημα του νομάρχη Θεσσαλονίκης Γαλήπ πασά προς τον μουτεσαρίφη Σερρών, από τον οποίο ζητούσε να μην αναγνωρίζει πλέον τον μητροπολίτη Λουκά. Παράλληλα ο Γαλήπ πασάς ζήτησε ν’ ανοίξει και πάλι το βουλγαρικό σχολείο της πόλης, αλλά και να επιτρέπεται στο εξής η ίδρυση όσων σχολείων επιθυμούσαν οι Βούλγαροι, ακόμη και χωρίς το απαιτούμενο εκ του νόμου αυτοκρατορικό φιρμάνι!

Η διαταγή του νομάρχη Θεσσαλονίκης στάλθηκε αμέσως στην κεντρική επιτροπή της διοίκησης Σερρών, η οποία αποφάνθηκε ότι ήταν αδύνατη η υλοποίηση της εντολής αυτής, επικαλούμενη τους λόγους που τα προηγούμενα χρόνια συνέτρεχαν αναφορικά με το κλείσιμο των βουλγαρικών σχολείων.

Την πρώτη αντίδραση των Σερραίων περιέγραφε επιστολή με ημερομηνία 30 Μαρτίου προς την εφημερίδα Κωνσταντινούπολις. Σύμφωνα με την επιστολή αυτή, όπως αναπαράχθηκε συνοπτικά από τον αθηναϊκό τύπο, η είδηση της παύσης του μητροπολίτη Σερρών «αλγεινήν ενεποίησεν αίσθησιν παρ’ άπασιν ανεξαιρέτως τοις κατοίκοις, πεπεισμένοις ούσι περί της νομοταγούς πολιτείας του ιεράρχου τούτου, όστις εγένετο θύμα διαβολών των πολεμίων της ορθοδοξίας και της ημετέρας εθνικότητος».

Ο μητροπολίτης Σερρών κλήθηκε αμέσως από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, όπου και έφτασε στις 31 Μαρτίου/12 Απριλίου με αυστριακό ατμόπλοιο μέσω του κόλπου του Ορφανού, έχοντας προηγουμένως διορίσει ως επίτροπο τον ιεροκήρυκα της μητρόπολης, αρχιμανδρίτη Άνθιμο Αρχύτα. Περεταίρω το Οικουμενικό Πατριαρχείο απευθύνθηκε στην Υψηλή Πύλη ζητώντας διευκρινίσεις ως προς τους λόγους για τους οποίους η οθωμανική κυβέρνηση μέσω του νομάρχη Θεσσαλονίκης ζήτησε την παύση του μητροπολίτη, υπενθυμίζοντας παράλληλα τα προνόμια που είχαν χορηγηθεί στην Ορθόδοξη εκκλησία με αυτοκρατορικά φιρμάνια. Σύμφωνα με αυτά, δικαίωμα παύσης ενός μητροπολίτη είχε αποκλειστικά η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή, η οποία θα έπρεπε πρώτα να εξετάσει τις κατηγορίες της διοικητικής αρχής και στη συνέχεια να λάβει την όποια απόφαση.

Άμεση διευκρινιστική απάντηση της Υψηλής Πύλης στην επιστολή του Πατριαρχείου δεν υπήρξε, παρά μόνο σε πρώτη φάση δόθηκε εντολή από το οθωμανικό υπουργείο Δικαιοσύνης προς τον νομάρχη Θεσσαλονίκης ν’ αναγνωρίσει τον αρχιερατικό επίτροπο.

Το ζήτημα αναδείχτηκε πρώτα από τις τουρκικές εφημερίδες Ταρήκ και Σααδέτ στις 30 Μαρτίου, ενώ απασχόλησε πολύ και τον αθηναϊκό τύπο, όπου η είδηση έγινε πρώτη φορά γνωστή στις 2/14 Απριλίου με την άφιξη των πρώτων ελληνικών φύλλων από την Κωνσταντινούπολη. Μάλιστα η Εφημερίς συνέστησε στον Πατριάρχη ακόμη και την υποβολή παραίτησης ως ένδειξη διαμαρτυρίας «κατά της τοιαύτης αθετήσεως του κυριωτάτου των προνομίων της Εκκλησίας ημών, εξ ης διακυβεύεται αυτή η ύπαρξις αυτής».

Μια εβδομάδα μετά η εφημερίδα Ακρόπολις έκρουε καμπανάκι:

«Πολύ φοβούμεθα ότι το εν Σέρραις προηγούμενον θα έχη επακολουθήματα δυσάρεστα διά το έθνος και την εκκλησίαν, καθιερούμενον ούτω σιωπηλώς. Εις το εξής οι αρχιερείς του οικουμενικού θρόνου θα έχωσιν επί κεφαλής αυτών επικρεμαμένην, ως ξίφος Δαμόκλειον, την παύσιν αυτών υπό του Σουλτάνου απ’ ευθείας. Φρονούμεν, ότι οι εν τω Πατριαρχείω καλώς θα εποίουν, εάν εμελέτων κατά βάθος τας συνεπείας της υποχωρήσεώς των».

Για το Ρωμηό του Γιώργου Σουρή...

Εκείνος ο Σουλτάνος εφέτος ετρελλάθη

κι’ ακόμη ποιος το ξέρει τι διάβολο θα πάθη.

Πότε μας στέλλει τόσα παράσημα μεγάλα

αι ομαλαί μας σχέσεις να γίνουν μέλι γάλα,

και πότε μας ανοίγει μεγάλας ιστορίας

με τους Μητροπολίτας Σερρών και Καστορίας.

Ν’ αναφερθεί ότι μαζί με τον μητροπολίτη Σερρών η Πύλη είχε βάλει στο στόχαστρο και τον μητροπολίτη Καστοριάς, του οποίου είχε επίσης ζητηθεί η αποπομπή. Ως σαφή δε κίνηση στήριξης στα πρόσωπά τους ερμηνεύτηκε η συγχοροστασία των δύο ιεραρχών στον εσπερινό της Κυριακής των Βαΐων στον πατριαρχικό ναό της Κωνσταντινούπολης μαζί με άλλους έντεκα ιεράρχες. Κατά τ’ άλλα ο μητροπολίτης Σερρών –κατά την παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη– προσέλαβε ως πρωτοσύγκελό του τον προϊστάμενο της εκκλησίας του αγίου Γεωργίου στη Φωστήρα, Χρύσανθο Κοκώνη, μια κίνηση που μεταφράστηκε ποικιλοτρόπως στον ελληνικό τύπο.

Στη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου στο Πατριαρχείο στις 17/29 Ιουνίου αναγνώσθηκε τεσκερές του υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος ζητούσε να προσέλθουν σε ανάκριση οι κατά το υπουργείο «έκπτωτοι» μητροπολίτες Σερρών Λουκάς και Καστοριάς Κύριλλος –ο πρώτος ενώπιον της εισαγγελίας Σερρών κατηγορούμενος για πράξη του κοινού ποινικού δικαίου, υπαγόμενη στη δικαιοδοσία ποινικού δικαστηρίου. Οι συνοδικοί ιεράρχες αποφάσισαν να σταλεί απαντητική επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την οποία: α) ζητούνταν διευκρινιστικές λεπτομέρειες αναφορικά με τις κατηγορίες σε βάρος των δύο μητροπολιτών και β) επαναλαμβανόταν η σαφής απόφασή του ότι οι δύο ιεράρχες δεν θεωρούνταν παυμένοι, αλλά τους επιτρεπόταν να ιερουργούν κανονικά.

Αν κάποιο επιπλέον στοιχείο έγινε γνωστό από τη διαδικασία αυτή, ήταν ότι ο μητροπολίτης Σερρών καλούταν να εξετασθεί –βάσει των δημοσιευμάτων αδιευκρίνιστο με ποια ιδιότητα– για την υπόθεση της αυτοκτονίας στη μονή του Τιμίου Προδρόμου προ διετίας (βλ. σχετικά σελίδα 293), με τη μητέρα και τον αδερφό του θύματος να έχουν ήδη εναγάγει τους μοναχούς ως δολοφόνους. Σύμφωνα με την εφημερίδα Κωνσταντινούπολις, «η κατηγορία, εφ’ ης εγκαλείται ο μητροπολίτης Σερρών, μη έχουσα σχέσιν προς τους λόγους, οίτινες προυκάλεσαν την ενταύθα ανάκλησιν αυτού, ην προ πολλού γνωστή τοις πατριαρχείοις, άτινα βεβαίως ενείδον τα ελατήρια, εξ ων πηγάζει η κατά του μητροπολίτου τούτου συκοφαντία».

Τελικά το ζήτημα των δύο μητροπολιτών διευθετήθηκε τον Οκτώβριο του 1888 με υποχώρηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι μητροπολίτες Σερρών και Καστοριάς μετατέθηκαν –ο πρώτος στον Αίνο και ο δεύτερος στη Λήμνο. Νέος μητροπολίτης Σερρών εξελέγη ο Κωνσταντίνος Βαφείδης, πρώην Μαρωνείας. Στο μεταξύ, δημοσιεύματα έφεραν τον πρώην Σερρών και νυν Αίνου να ζητάει εξηγήσεις για τη μετάθεσή του σημειώνοντας ότι σε περίπτωση που είχε υποπέσει σε κάποιο παράπτωμα, θα έπρεπε ν’ απομακρυνόταν από τις υπηρεσίες της Εκκλησίας, αλλιώς θα έπρεπε να παραμείνει στη θέση του.

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις, η αθηναϊκή Παλιγγενεσία αναφέρθηκε σε «υβριστικές» μεταθέσεις κάνοντας ειδική αναφορά στο ότι της συνόδου είχε προεδρεύσει ο ίδιος ο Πατριάρχης, παρότι θα μπορούσε να επικαλεστεί ως κώλυμα τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, η δε εφημερίδα Επιθεώρησις παρατήρησε ότι «η απόφασις της Μ. Εκκλησίας προυξένησεν αλγεινήν εντύπωσιν εις πάντας, καθ’ όσον και άλλοτε η Εκκλησία ευρεθείσα εις τοιαύτας και έτι δυσκολωτέρας περιστάσεις, αντέστη μετά τόλμης και θάρρους και ουδέποτε υπεχώρησε μετά τοσαύτης ευκολίας όσον κατά την νυν περίστασιν».

___________________________________

* Από την έρευνα «Οι Σέρρες και οι Σερραίοι μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων», τόμος Α΄, σελίδες 317-320 

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εισαγωγή

  Σκοπός της παρούσας έρευνας δεν είναι η συγγραφή της Ιστορίας, αλλά: - α. Η εξοικείωση με τη ζωή στην περιοχή που σήμερα ορίζεται γεωγρ...