Εισαγωγή

 Σκοπός της παρούσας έρευνας δεν είναι η συγγραφή της Ιστορίας, αλλά:

- α. Η εξοικείωση με τη ζωή στην περιοχή που σήμερα ορίζεται γεωγραφικά ως νομός (ή περιφερειακή ενότητα) Σερρών κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου μέσα –κυρίως– από τη ματιά των ελληνικών, αλλά και ορισμένων ξένων εφημερίδων της εποχής (συν κάποιες επικουρικές πηγές, όπως οι επετηρίδες του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών κλπ.) εστιάζοντας όχι μόνο στα μεγάλα αλλά και σε πολλά μικρά κοινωνικά συμβάντα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα γίνει αναφορά και σε σημαντικά ιστορικά γεγονότα της περιόδου, απλά η προσέγγισή τους θα είναι κατά κύριο λόγο –πλην εξαιρέσεων– περισσότερο επιφανειακή ελπίζοντας ότι θ’ αποτελέσει ερέθισμα στον αναγνώστη για να ψάξει περισσότερα σε άλλα, κατεξοχήν επιστημονικά/ιστορικά βιβλία.

- β. Η γνωριμία με Σερραίους –ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής ή θρησκεύματος– που ζούσαν είτε στην ευρύτερη περιοχή των Σερρών είτε και αλλού, στο βαθμό που γνωρίζουμε κάποια στοιχεία για τις ζωές τους είτε για κάποια μικρά ή μεγάλα επιτεύγματά τους (έστω και για τους αρραβώνες τους!).

Λόγω της πληθώρας των πληροφοριών, τα αποτελέσματα της έρευνας έχουν χωριστεί σε τόμους με κριτήριο αφενός τον αριθμό των σελίδων και αφετέρου την ιστορική/κοινωνική συγκυρία της κάθε περιόδου. Περαιτέρω, οι ειδήσεις/ιστορίες/δημοσιεύματα έχουν ταξινομηθεί σε ενότητες: ανά δεκαετία ή δεκαετίες για το πρώτο μισό του 19ου αιώνα (όπου η ύλη είναι εξαιρετικά λίγη) και στη συνέχεια ανά έτος με μικρές εξαιρέσεις. Π.χ. το 1912 και το 1913 έχουν χωριστεί σε δύο μέρη, ενώ η διετία της βουλγαρικής κατοχής του 1917-1918 περιλαμβάνονται σε μία ενότητα. Όπου η ύλη είναι μεγάλη σε έκταση, κάθε ενότητα χωρίζεται σε υποενότητες ανάλογα με το θέμα των ειδήσεων.

Αρκετές φορές χρειάστηκε η αυτούσια αναπαραγωγή μικρών αποσπασμάτων ή ακόμη και μεγάλων κειμένων στην καθαρεύουσα, ώστε ν' αποδοθεί καλύτερα και πιστότερα η άποψη του συντάκτη ή επειδή το επέβαλε η φύση ενός γεγονότος. Είναι αλήθεια ότι πρόκειται για μια αρκετά κουραστική συνθήκη, ειδικά σε σχέση με την εξαιρετικά επιτηδευμένη λόγια καθαρεύουσα του 19ου αιώνα, ώστε θα πρότεινα να προσπεράσετε ό,τι θεωρείτε περιττό. Άλλωστε νομίζω ότι είναι εύκολο το πέρασμα από τη μια είδηση στην άλλη.

Τα τοπωνύμια και γενικότερα τα κύρια ονόματα μεταφέρονται όπως απαντώνται στα αντίστοιχα δημοσιεύματα (με εξαιρετικά ελάχιστες παρεμβάσεις σε ολοφάνερα τυπογραφικά λάθη), επομένως είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν ορισμένες μη ηθελημένες ανακρίβειες. Ειδικά στις εφημερίδες του μεσοπολέμου, οι λάθος αναγραφές ονομάτων αποτελούν συχνό φαινόμενο, επομένως ζητώ όχι απλά την κατανόηση, αλλά και τη βοήθειά σας να διορθωθούν οι λάθος καταγραφές όχι τόσο σχετικά με την ορθογραφία, η οποία μπορεί και να άλλαξε στην πάροδο των χρόνων, όσο σχετικά με την πιστότερη δυνατότητα καταγραφή των ονομάτων.

Μη ηθελημένες ανακρίβειες ενδεχομένως να υπάρξουν και εξαιτίας μεταφοράς ανταποκρίσεων με λανθασμένες πληροφορίες (άλλωστε όπου εντόπισα αντιφάσεις τις επισημαίνω ή παραλείπω την όποια εκτενή αναφορά), ενώ και για τη χρονική τοποθέτηση των όποιων μικρών ή μεγάλων γεγονότων εμπιστεύομαι τη σωστή περιγραφή των ανταποκριτών, οι οποίοι όταν έγραφαν μια ημερομηνία ή όταν σημείωναν ότι ένα γεγονός είχε λάβει χώρα π.χ. «πριν τέσσερις μέρες» ή «δύο μέρες μετά» από ένα άλλο συμβάν, ήταν το κατά δύναμη ακριβείς και δεν χρησιμοποιούσαν απλά σχήματα λόγου.

Όσον αφορά τις εικόνες, χρησιμοποιώ όσες εντόπισα στα δημοσιεύματα του ελληνικού και ξένου τύπου ανάλογα με την ποιότητα της ψηφιοποίησης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός εικόνων δεν διακρίνεται για την εξαιρετική του ανάλυση ή καθαρότητα, όμως θεωρώ ότι δίνουν ένα ικανοποιητικό στίγμα των γεγονότων ή των προσώπων που απεικονίζουν. Άλλωστε είναι και πάρα πολλές οι εικόνες, τις οποίες απέφυγα να συμπεριλάβω ακριβώς λόγω της πολύ κακής ποιότητάς τους.


Σ' ό,τι αφορά το ιστολόγιο:

Σε πρώτη φάση ανεβάζω τους τόμους, όπως έχω χωρίσει την έρευνά μου, δηλαδή:

α΄ τόμος: 1800 - 1890 [352 σελίδες]

β΄ τόμος: 1891 - Σεπτέμβριος 1912 (τέλος Τουρκοκρατίας) [407 σελίδες]

γ΄ τόμος: Οκτώβριος 1912 - 1918 [389 σελίδες]

δ΄ τόμος: 1919 - 1927 [432 σελίδες]

ε΄ τόμος: 1928 - 1930 [420 σελίδες]

στ΄ τόμος: 1931 - 1934 [500 σελίδες]

ζ΄ τόμος: 1935 - 1937 [470 σελίδες]

η΄ τόμος: 1938 - 1941 [360 σελίδες]

Τα λινκ υπάρχουν στο πάνω μέρος της σελίδας και στη δεξιά στήλη του ιστολογίου. 

Επικουρικά ανέβασα και το βιβλίο μου «Η απελευθέρωση των Σερρών μέσα από τα δημοσιεύματα του τύπου (Ιούνιος - Αύγουστος 1913)». Θα ακολουθήσουν ο/οι τόμοι για το διάστημα μέχρι το 1940-41, οπότε και θα ολοκληρωθεί η έρευνά μου. Στο τέλος, θα ανεβάσω ξεχωριστό τόμο με την «ταυτότητα» της έρευνας, δηλαδή πλήρη κατάλογο των δημοσιευμάτων που χρησιμοποίησα (ή τα συμπληρώνουν). 

Τα αρχεία είναι σε μορφή pdf, που σημαίνει ότι μπορείτε να τα αποθηκεύσετε στον υπολογιστή σας και να τα διαβάσετε ή να τα ξεφυλλίσετε, όποτε το επιθυμείτε. Επίσης ο συγκεκριμένος τύπος αρχείου επιτρέπει τη δυνατότητα αναζήτησης λέξεων, όμως για πολλά ονόματα και τοπωνύμια είναι εξαιρετικά πιθανό να υπάρξει δυσκολία ως προς την ορθογραφία ή τη χρήση κάποιας ιδιαίτερης μορφής τους. 

Σε επόμενη φάση, εφόσον αυτό θεωρηθεί πιο πρακτικό και ζητηθεί, ενδεχομένως ν' ανεβούν χωριστά οι ενότητες της έρευνας και κατά δεκαετίες, ανά χρονιά ή θεματικά (ανάλογα με τον αριθμό των σελίδων). Όταν ολοκληρωθεί το ανέβασμα της έρευνας, είναι πιθανό να ανεβάσω ορισμένα αποσπάσματα αυτής και υπό τη μορφή αναρτήσεων, όσα μπορούν να σταθούν μόνα τους θεματικά. 

Για παρατηρήσεις, σχόλια, διορθώσεις (κυρίως ως προς τα ονόματα), μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου στην ηλεκτρονική διεύθυνση argyris82@hotmail.com 

Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου και σε περίπτωση που ενδιαφέρεστε να αναδημοσιεύσετε μέρος της παρούσας έρευνας.

Σε κάθε περίπτωση, μην ξεχνάτε ότι δεν επιχειρώ να γράψω ιστορία, αλλά να εξοικειώσω τον αναγνώστη με το παρελθόν της περιοχής, όπως αυτό καταγράφηκε στις εφημερίδες με ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτό, ενώ πολύ σπάνια προχωρώ σε δικό μου σχολιασμό. 

Καλή ανάγνωση!

 






Γελοιογραφίες και σκίτσα του δεύτερου βαλκανικού πολέμου στον ελληνικό και ξένο τύπο

Όπως και στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41, έτσι και σχεδόν τρεις δεκαετίες νωρίτερα, την περίοδο των βαλκανικών πολέμων του 1912-13 οι γελοιογραφίες αποτελούσαν ένα σημαντικό μέσο αποτύπωσης του γενικού λαϊκού ενθουσιασμού για τον πανηγυρισμό των εθνικών νικών στο πεδίο του πολέμου και την ταπείνωση του εχθρού –με όρους υπερβολής πάντα, η οποία βρίσκεται στο πυρήνα κάθε επιτυχημένης γελοιογραφίας.

Ειδικά στο δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, αγαπημένος στόχος των Ελλήνων γελοιογράφων ήταν ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Φερδινάνδος και... η μύτη του! Ακολουθεί μια ενδεικτική συλλογή:


εφημερίδα Πατρίς, 26 Ιουνίου 1913


εφημερίδα Πατρίς, 8 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Καιροί, 11 Ιουλίου 1913

εφημερίδα Πατρίς, 12 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Καιροί, 14 Ιουλίου 1913



περιοδικό Ελλάς, 25 Ιουλίου 1913


περιοδικό Ελλάς, 28 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Καιροί, 29 Ιουλίου 1913

εφημερίδα Καιροί, 30 Ιουλίου 1913

περιοδικό Ελλάς, 1 Αυγούστου 1913

εφημερίδα Καιροί, 10 Αυγούστου 1913


περιοδικό Ελλάς, 11 Αυγούστου 1913


περιοδικό Ελλάς, 15 Αυγούστου 1913

Ορισμένοι γελοιογράφοι έβαλαν στο στόχαστρό τους και τον ανταποκριτή των βρετανικών Times, Τζέιμς Μπάουτσερ, ο οποίος ήταν γνωστός για τις φιλοβουλγαρικές ανταποκρίσεις του από το πεδίο των μαχών.

εφημερίδα Εστία, 28 Ιουνίου 1913


εφημερίδα Εστία, 3 Ιουλίου 1913


περιοδικό Ελλάς, 18 Ιουλίου 1913


«Προφητικές» ικανότητες είχαν δύο γελοιογραφίες του Γ. Μαυριλάκου (Noir) στους Καιρούς, ο οποίος στις 26 Μαΐου 1913 προέβλεψε το ξέσπασμα πολέμου μεταξύ των έως τότε συμμάχων, αλλά και το νικηφόρο αποτέλεσμα για τον ελληνικό στρατό την πρώτη κιόλας μέρα των συγκρούσεων στις 16 Ιουνίου.

εφημερίδα Καιροί, 26 Μαΐου 1913


εφημερίδα Καιροί, 16 Ιουνίου 1913


Άλλες γελοιογραφίες που αποτύπωναν τη νικηφόρο προέλαση του ελληνικού στρατού και την υποχώρηση του βουλγαρικού (μια ενδεικτική συλλογή):

εφημερίδα Καιροί, 24 Ιουνίου 1913


εφημερίδα Σκριπ, 30 Ιουνίου 1913


εφημερίδα Σκριπ, 2 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Πατρίς, 3 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Καιροί, 8 Ιουλίου 1913


εφημερίδα Σκριπ, 22 Ιουλίου 1913

Με έντονο σερραϊκό ενδιαφέρον ήταν η γελοιογραφία που δημοσίευσε η εφημερίδα Πατρίς στις 23 Ιουλίου 1913 σχολιάζοντας τις καταγγελίες για αρπαγές αντικειμένων από τα σπίτια Σερραίων από Βούλγαρους αξιωματούχους μετά από επίσκεψη και διαμονή του διαδόχου του βουλγαρικού θρόνου, Βόρις, στην πόλη των Σερρών κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής.


Παράλληλα με τις καρικατούρες, η νικηφόρα προέλαση του ελληνικού στρατού στην ανατολική Μακεδονία ενέπνευσε και σκίτσα που εν είδει ρεπορτάζ (υπό ευρεία έννοια) αποτύπωναν με σχέδια τις συγκρούσεις επί του πεδίου των μαχών. Μια συλλογή τέτοιων σκίτσων, αναφορικά με την καταστροφή της Νιγρίτας και τις μάχες στην ευρύτερη περιοχή των Σερρών, όπως δημοσιεύτηκαν σε ελληνικά έντυπα της εποχής:

περιοδικό Ελλάς, 27 Ιουνίου 1913


περιοδικό Ελλάς, 30 Ιουνίου 1913


Ελεγεία στην καταστραφείσα πόλη των Σερρών δημοσίευσε η ελληνική, σατιρική εφημερίδα Εμπρός Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Ιουλίου 1913:


Όμως τα γεγονότα του δεύτερου βαλκανικού πολέμου ενέπνευσαν και ξένους σκιτσογράφους, οι οποίοι –με περίσσεια δόση φαντασίας– ασχολήθηκαν μεταξύ άλλων και με την καταστροφή της Νιγρίτας και των Σερρών.

Η μάχη της Νιγρίτας σύμφωνα με το σκιτσογράφο της εφημερίδας Globe (Σίδνεϊ, Αυστραλία), 19 Ιουλίου 1913 (ν.η.)  

Η καταστροφή της Νιγρίτας, όπως απεικονίστηκε στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας La Domenica del Corriere (Μιλάνο, Ιταλία) και εν συνεχεία αναπαράχθηκε και στον ελληνικό τύπο από την εφημερίδα Αθήναι και το περιοδικό Η Εικονογραφημένη

«Η θηριωδία των Σερρών. Σφαγές και λεηλασίες», η λεζάντα που συνόδευε το σκίτσο στην πρώτη σελίδα της αυστριακής Illustrierte Kronen Zeitung στις 17 Ιουλίου 1913 (ν.η.). 





Ο πρώτος επίσημος εορτασμός της 29ης Ιουνίου στην πόλη των Σερρών - Ο πανηγυρικός της ημέρας

Στις 29 Ιουνίου 1927 τιμήθηκε για πρώτη φορά η επέτειος απελευθέρωσης της πόλης των Σερρών. Στις 11 το πρωί άρχισε η δοξολογία στον μητροπολιτικό ναό, όπου παρών ήταν και ο αρχιραβίνος εκπροσωπώντας την ισραηλιτική κοινότητα. Φυσικά παρόν ήταν και σύσσωμο το δημοτικό συμβούλιο: ο δήμαρχος Ε. Τικόπουλος, ο πρόεδρός του Κ. Μουρατίδης και οι σύμβουλοι Ν. Πέτρου, Χ. Πάτρας, Γ. Κηπουρίδης, Σ. Σταμούλης, Β. Χατζηιακώβου, Α. Λαζαρίδης, Ε. Αδαμίδης, Ν. Γούτας, Γ. Ζιώγας, Κ. Θεοδωρίδης, Χ. Καβάζης, Α. Μόσχου, Πολυμέρης Τριαντάφυλλος, Ι. Ρακιτζής, Ε. Σκουλίδης, Ηλ. Σαραϊδάρης.

Το γενικό πρόσταγμα της τελετής είχε ο αντισυνταγματάρχης Λιούμπης. Μετά το πέρας της δοξολογίας, ο καθηγητής Αναστάσιος Γαλδέμης εκφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας και ακολούθησε παρέλαση των παρατεταγμένων στρατιωτικών σωμάτων στην οδό Μεραρχίας.

Στις 03.07.1927 η εφημερίδα Μακεδονία αναδημοσίευσε την ομιλία του Αν. Γαλδέμη. Για ιστορικούς λόγους θεώρησα σκόπιμη την αναπαραγωγή του, παρότι ήταν γραμμένος σύμφωνα με το πομπώδες και μεγαλόστομο ύφος των αγορητών της εποχής εκείνης, πλαισιωμένος από μια δύστροπη και οπωσδήποτε κουραστική σε πολλά σημεία καθαρεύουσα.


Συμπολίται,

Προς τι των κωδώνων οι γλυκύθυμοι και χαρμόσυνοι ήχοι; Προς τι ο πάγκοινος της αχνιζούσης έτι εκ των αιμάτων και καπνών πολυπαθούς ταύτης πόλεως, από των Ανωτάτων θρησκευτικών, πολιτικών και στρατιωτικών Αρχών μέχρι του κοινοτάτου των βροτών συναγερμός; Ποίον το συναρπάσαν την ευαίσθητον άλλως τε Ελληνικήν καρδίαν, απανταχού μεν της Μητρός Ελλάδος, ιδίη δ’ εν τη νεορράντω ταύτη, εξ αίματος θαλερών της Ενιαίας Πατρίδος βλαστών, των ελευθερωτών της κατατυραννουμένας πρότερον υπό των Κρουμιστών του Αλεξάνδρου μας γης;

Μήπως η μυστική της ονειροπολημένης μας Αγιάς Σοφιάς ηνοίχθη θυρίς και χρυσοΰφαντον περιβεβλημένος στολήν, ο θρυλικός εκείνος ιεροφάντης ενεφανίσθη, συνεχίζων την διακοπείσαν τότε θείαν Μυσταγωγίαν; Μήπως το σάλπισμα της ολικής Εθνικής αποκαταστάσεως κατακηλεί τα ώτα μας ήδη και συναρπάζει την ψυχήν μας!

Εξ ίσου τερψίθυμον το γεγονός, παραπλησία η χαρά, εύλογος η φρενίτις, δικαία η αγαλλίασις, επιτακτική η συγκέντρωσις.

«Το δαιμόνιον της Ανατολικής Μακεδονίας πτολίεθρον, η κλινή των Σερρών πόλις, άγει σήμερον την επέτειον της απελευθερώσεώς της από τε του Τουρκικού και Βουλγαρικού ζυγού!».

Χαίρε αγνόν της ημέρας βλέφαρον, του θείου ηλίου το γλυκύτατον φέγγος, το κάλλιστον ενταύθα φανέν των προτέρων! Σε, διφρηλάτα, προσφωνώ την ώραν ταύτην, τον διασκεδάσαντα την Αδικίαν, τον αποτυφλώσαντα των μυσαρών δολοφόνων τα ειδεχθή όμματα, τον ευεργέτην της υδρογείου. Η διέπουσα το σύμπαν θεότης, ο της Δίκης πανόπτης οθφαλμός, ο αμείλικτος ούτος των κακουργημάτων τιμωρός, ηυδόκησε την εκ των δεινών απολύτρωσιν του τηλαυγούς τούτου φάρου, του εξακοντίσαντος τας ενεργητικάς του ακτίνας, από τε απόψεως εθνικής και εκπολιτιστικής, ου μόνον καθ’ άπασαν την Ανατολικήν Μακεδονίαν, αλλά και πέραν της Βασιλίδος, μέχρι των παραλίων της Μικρασίας και του Ευξείνου. Αι Σέρραι απηλευθερώθησαν. Αλλά πώς;

Η Βαλκανική Συμμαχία του 1912, συντρίψασα τον Τουρκικόν δεσποτισμόν, εγκαθίδρυσεν επί των ελληνικωτάτων τούτων εδαφών το Βουλγαρικόν άγος, ουδαμώς λαμβανομένης υπ’ όψει της ελληνικής συγκυριαρχίας, της εκπροσωπημένης υπό της ταξιαρχίας του ιππικού υπό τον Πιεράκον Μαυρομιχάλην, προς ην, ως προς άλλον πολιτικόν αστέρα, εν τω μέσω τρικυμιώδους σάλου οι Σερραίοι ητενίζομεν. Η επιδειχθείσα δε τότε προς τους ομαίμονας λατρεία, εν αντιθέσει προς την αποστροφήν και περιφρόνησιν έναντι των επηλύδων [= ξενόφερτων] Βουλγάρων, εξήψε τον χόλον τούτων κατά της ακροπόλεως ταύτης του Μακεδονικού Ελληνισμού. Έκτοτε αι Σέρραι ή θ’ απετέλουν οριστικόν και αναπαλλοτρίωτον τμήμα των Βουλγαρικών ονείρων ή θα παρέμενον ως γεωγραφικός μόνον όρος. Θεία όμως βουλήσει και συνάρσει, το Βαλκανικόν εκείνο σύμφωνον διελύθη κ’ επηκολούθησεν ο λεγόμενος Συμμαχικός πόλεμος.

Κατά το βραχυχρόνιον διάστημα της Βουλγαρικής κατοχής, κατά το οποίον «η μάνα σφίγγει το παιδί βαθειά στην αγκαλιά της, γιατ’ είναι χρόνοι δίσεχτοι, φοβείται μην το χάση», ο αγέρωχος βουλγαρικός πτερνιστήρ ενέσπειρεν ανά τας ελληνικάς συνοικίας τον όλεθρον και την καταστροφήν, επιταθείσαν ευθέως ως εκρότησεν εκ του Παγγαίου το πρώτον τηλεβόλον, προάγγελος των φόνων, των εμπρησμών.

Αχός βαρύς ακούεται, πολλά ντουφέκια πέφτουν/ Μήνα σε γάμο ρίχνονται; Μήνα σε χαροκόπι;/ Ουδέ σε γάμο ρίχνονται, ουδέ σε χαροκόπι. Οι σταυραετοί μας πολεμούν μ’ αφάνταστη ανδρεία κατ’ εκείνων, οι οποίοι ετόλμησαν αναιδέστατα να διακηρύξουν urbi et orbi τα κυριαρχικά των δικαιώματα επί της από της γεννήσεως του κόσμου ελληνικωτάτης Μακεδονίας μας!

Πικρόχολος ο ελικοειδής Στρυμών κυλίων τα  θολά νερά του μεταδίδει ανά το Αιγαίον την απαισίαν είδησιν των Σερραϊκών μαρτυρίων και δη μετά την μάχην του Λαχανά. Υπερπλήρεις θυμάτων αι φυλακαί, αποβαίνουσι μετά και της αυλής του Διοικητηρίου ο Γολγοθάς του μαρτυρίου, και οι πρόκριτοι των Σερρών Κωνσταντίνος Σταμούλης, Αθανάσιος Χρυσάφης ιατρός, Νέστωρ Φωκάς, Λεωνίδας Παπαπαύλου γυμνασιάρχης, στυλοβάται παντός εθνικού ιδεώδους, μετά τινων άλλων αφανών ηρώων της Σερραϊκής γης δίκην ανδραπόδων κατακρεουργούνται επί των υψωμάτων του Λιβούνουβου, εξιλαστήρια θύματα της μελλούσης απελευθερώσεώς μας. Κλίνωμεν γόνυ προ του μαρτυρικού θανάτου των τιμημένων τούτων της πόλεώς μας τέκνων, τα οποία και διά της ζωής και του θανάτου των επεσφράγισαν το Σωκρατικόν εκείνο: «Πατρός και μητρός και των άλλων προγόνων απάντων σεμνότερον, τιμιώτερον και αγιώτερον εστίν η πατρίς».

Αμείλικτος όμως τιμωρός επέρχεται η Νέμεσις. Η ελληνική λόγχη θριαμβεύσασα καταδιώκει κατά πόδας τους πανικοβλήτους Πρώσσους της Ανατολής και φωτίζει διά της λάμψεώς της την ζοφώδη των Σερρών περιοχήν. Ολίγαι υπολείπονται στιγμαί και η ελευθερία θα κατευγάση διά του φωτός της την πολυπαθή πόλιν μας! Ιδού ο ελευθερωτής στρατός μας κρούει σχεδόν τας πύλας μας! Οποία αγωνία!; Οι Βούλγαροι επιδίδονται εις γενικήν λεηλασίαν και συναποκομίζοντες τον πλούτον της Σερραϊκής αγοράς τρέπονται την άγουσαν προς Νευροκόπιον. Οι Σερραίοι αναθαρρούσιν, οπλίζονται και τη βοηθεία ευαρίθμων εθελοντών στρατιωτών μας συμπλέκονται σχεδόν εκ του συστάδην προς τους επιδρομείς, οι οποίοι όμως ασυγκρίτως πολυαριθμότεροι όντες υπερισχύουν και κατέρχονται εις την πόλιν, ίνα επισφραγίσουν διά του εμπρησμού το καταχθόνιον σχέδιόν των.

Απερίγραπτος τότε σκηνή εκτυλίσσεται φρίκης και απογνώσεως. Μητέρες συναποκομίζουσαι τα τέκνα των και τους εφεστίους, λυσίκομοι [=αχτένιστες] παρθένοι τιμή και καύχημα των εκθρεψάντων αυτάς γονέων και πας ο πληθυσμός αλλόφρων τρέπεται προς τον Στρυμόνα, την ελπίδα της σωτηρίας του.

Οι ιεροί της πίστεως και της θρησκείας βωμοί, τα περικαλλή των Μονών ενδιαιτήματα ως και τα εγκλείνοντα την ευλάβειαν και την αρχοντιάν μέγαρα εγκατελείφθησαν επί μόνη τη αναμνήσει της έστω και επ’ ολίγον παλιννοστήσεως του βουλγαρικού λύκου.

Και καθώς οι μόλις το φως ατενίσαντες νεοσσοί, αποφεύγοντες την μανίαν του ιέρακος, σπεύδουν να κρυφθούν υπό τας πτέρυγας αγωνιώσης μητρός, η οποία παρ’ όλην την μητρικήν της στοργήν αδυνατεί να προστατεύση τ’ απειλούμενα νεογνά της από την αρπακτικήν του ορνέου επιδρομήν, τοιουτοτρόπως και οι πέραν του Στρυμόνος απελευθερωταί δεν επέτυχον παρ’ όλην την ενδόμυχον επιθυμίαν των ν’ αποσοβήσουν την καταστροφήν της ανθούσης ταύτης καθ’ όλα Μητροπόλεως. Αι Σέρραι παρεδόθησαν εις το πυρ! Η 29 Ιουνίου του 1913 ανήγγειλεν ανά τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος την ολικήν καταστροφήν του προμαχώνος τούτου του Ελληνισμού! Όμορφες Σέρρες! Αλήθεια, πόσον όμορφες ήσασθε! Αλλ’ αλήθεια θα γίνετε, και ομορφότερες θα γίνετε, διότι εκπροσωπείτε διά της ιστορίας σας την δυναμιτικότητα της Φυλής, διότι τον μυθικόν Ανταίον σεις συμβολίζετε ως και τον φοίνικα τον εκ της τέφρας του αναγεννώμενον. Σέρραι, πόλις προόδου και συμπονιάς, μ’ ακλόνητον βήμα και γοργόν διανύουν τον Εθνικόν δόλιχόν σου. Ταχθείσα άγρυπνος φύλαξ των αναφαιρέτων δικαίων του Έθνους μας κατά πάσης επιβουλής των ποικιλωνύμων εχθρών του, κράτει σφιχτά στα χέρια σου την άγια μας σημαία ως πρωτοπορεία της απελευθερώσεως των πέραν του Έβρου εδαφών μας.

Σέρραι, η σημερινή ημέρα πλαισιώνει με φωτοστέφανον δόξης το λαμπρόν μέτωπόν σου, αι φεγγοβόλοι του οποίου ακτίνες σαλογίζουν το Ελληνικόν απ’ άκρον εις άκρον στερέωμα. Κι όταν με χρόνια με καιρούς περάση ο διαβάτης και ιδή όχι πια ερείπια, αλλά κούκλα ζηλεμένη, τότε μ’ ολάνοιχτη καρδιά για σένα θ’ ανακράξη: «Αλήθεια, μένουν όμορφες παντοτεινά αι Σέρραι!». 

Πώς οι Σερραίοι γιόρτασαν τον πρώτο χρόνο από την απελευθέρωσή τους

Στις 22 Ιουνίου/5 Ιουλίου 1914 ύστερα από πρωτοβουλία του Σ. Γκίνη, διευθυντή του υποκαταστήματος της Τράπεζας Ανατολής, τελέσθηκε μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του Κ. Σταμούλη, ο οποίος είχε διατελέσει διευθυντής του ίδιου υποκαταστήματος και το 1913 είχε μαρτυρήσει μαζί με άλλους Σερραίους προκρίτους στα χέρια του βουλγαρικού στρατού.

Ο νέος νομάρχης Σερρών, Φίλιππας, κατέθεσε στεφάνι στο κενοτάφιο του Σταμούλη και έβγαλε σύντομο λόγο. Όμως η πιο συγκινητική στιγμή ήρθε με την απαγγελία ενός ποιήματος από τον ανιψιό του τιμώμενου νεκρού, Δ. Σταμπόγλη:

Μπορούμε να Σας κλάψουμε

εμείς οι πεθαμένοι

που είστε πάντα ζωντανοί;

 

Πεθαίν’ εκείνος που κορμί

χαρίζει στην Πατρίδα;

Όχι! Αιώνια, πάντα ζει.

 

Σ’ αυτήν την ένδοξη τη Γη

τη γη τη δοξασμένη

που πάντοτε η δόξα της

αιώνια θα μένει.

 

Στη γη αυτή π’ όλα μιλούν

και κτίρια ερειπωμένα,

χώματα που ποτίστηκαν

μ’ αίματα τιμημένα.

 

Με τη μεγάλη τους φωνή

στην πλάση διαλαλούνε

πως η φυλή μας πάντα ζει

κι οι πεθαμένοι ζούνε.

 

Και Συ, Σταμούλη, πάντα ζεις

δεν είσαι πεθαμένος.

Θα ζεις για πάντα, αιώνια

και πάντα τιμημένος

Τους νεκρούς που είχαν σφαγιαστεί από τον βουλγαρικό στρατό τον Ιούνιο του 1913 (τον μητροπολίτη Μελενίκου Κωνσταντίνο, πρόκριτους και απλούς πολίτες), τίμησε και το Σιδηρόκαστρο με μνημόσυνο στο ναό του αγίου Γεωργίου.

Η πόλη είχε πένθιμη όψη τη μέρα εκείνη: οι φανοί ήταν σκεπασμένοι με μαύρο κρέπι, οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν πένθιμα, ενώ ακόμη και τα παράθυρα των σπιτιών παρέμειναν κλειστά σε ένδειξη πένθους. Στο μέσο του ναού είχε τοποθετηθεί μεγάλο πινάκιο με τα κόλλυβα τοποθετημένα κατά τρόπο που να σχηματίζουν τα αρχικά ψηφία του εθνομάρτυρα μητροπολίτη Μελενίκου και των άλλων νεκρών μαρτύρων. Μια συγκινητική στιγμή ήταν ο λόγος που εκφώνησε στην κατάμεστη από κόσμο εκκλησία ο γιός ενός εκ των θυμάτων.

Στις 30 Ιουνίου/13 Ιουλίου οι κάτοικοι των Σερρών, του Σιδηροκάστρου και της Κάτω Τζουμαγιάς γιόρτασαν από κοινού την πρώτη επέτειο της μάχης του Δεμίρ Ισσάρ. Την εκδρομή των Σερραίων στο πεδίο της μάχης, όπως και τη διοργάνωση του μνημόσυνου, είχε αναλάβει ο Γυμναστικός Σύλλογος της πόλης.

Εκατοντάδες Σερραίοι (από οκτακόσιοι έως περισσότεροι από 2000, ανάλογα με την πηγή) μαζί τη Φιλαρμονική των Σερρών έφτασαν στις 7 το πρωί στο σιδηροδρομικό σταθμό του Δεμίρ Ισσάρ και μετέβησαν στο λόφο, όπου ένα χρόνο νωρίτερα είχε διεξαχθεί η ιστορική μάχη. Την ίδια ώρα έφθασε στην περιοχή και η κοινότητα της Κάτω Τζουμαγιάς με επικεφαλής τον πρόεδρό της Β. Καφταντζή.

Αντίθετα, λιγότερο οργανωμένη ήταν η άφιξη των κατοίκων του Σιδηροκάστρου, οι οποίοι ως επί το πλείστον έφτασαν στην περιοχή σταδιακά με καράμαξες. Πρώτες έφτασαν οι μαθήτριες με τη δασκάλα τους, η οποία λεγότανε Μηλιώ, έπειτα οι μαθητές, ο μητροπολίτης Μελενίκου και Σιδηροκάστρου, ο συνταγματάρχης Χριστοδούλου κλπ. Με αυτοκινητοπομπή έφτασαν τελευταίοι ο διοικητής της VI Μεραρχίας, Μπαΐρας, με την οικογένειά του, ο δήμαρχος Σερρών, ο νομάρχης και άλλοι επίσημοι.

Οι μητροπολίτες Σερρών και Μελενίκου χοροστάτησαν από κοινού στη δοξολογία, μετά το πέρας της οποίας ο μητροπολίτης Σερρών, ο ραβίνος, ο δικηγόρος Νικόλαος Αβραάμ και ο Κ. Παπαχαριζάνος εκφώνησαν πατριωτικούς λόγους. Στεφάνια κατέθεσαν στους τάφους των ηρώων ο νομάρχης, ο δήμαρχος Σερρών, η εβραϊκή κοινότητα, ο Γυμναστικός Σύλλογος Σερρών, ο σύνδεσμος των καπνεργατών, η συντεχνία των εμπόρων ειδών πολυτελείας και ο δήμος Σιδηροκάστρου.

Ακολούθως, κάτω από τον καυτό ήλιο και υπό τους ήχους της Φιλαρμονικής το συγκεντρωμένο πλήθος περπάτησε επί δίωρο μέχρι την πόλη του Σιδηροκάστρου, όπου στο καφενείο «Καλλιθέα» παρατέθηκε γεύμα στους προέδρους των σωματείων και τους δημάρχους.

Μέσα σε θερμή ατμόσφαιρα έγινε το απόγευμα η επιστροφή των Σερραίων εκδρομέων· στον σιδηροδρομικό σταθμό τους περίμεναν χιλιάδες συμπολίτες τους και όλοι μαζί εισήλθαν στην πόλη υπό τους ήχους της Φιλαρμονικής.

Η επόμενη φωτογραφία από τη δοξολογία για την επέτειο της μάχης του Δεμίρ Ισσάρ δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αστραπή στις 18.07.1914:



 


Οι φυλακές των Σερρών και η ζωή μέσα σ' αυτές την περίοδο του Μεσοπολέμου

Κατά καιρούς, οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης φιλοξένησαν αφιερώματα ή διάφορες ενδιαφέρουσες ειδήσεις –πέρα από αποδράσεις ή απόπειρες απόδρασης κρατουμένων– από το χώρο των φυλακών Σερρών, εκεί όπου σήμερα στεγάζονται τα Δικαστήρια της πόλης. Ξεφεύγω λίγο από το κυρίως αντικείμενο αυτού του βιβλίου, που είναι η καταγραφή συμβάντων περισσότερο δικηγορικού ενδιαφέροντος, όμως νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να σταχυολογηθούν ενδεικτικά κάποιες ειδήσεις και αφιερώματα γύρω από τις φυλακές, αν μη τι άλλο ως φόρος τιμής στην ιστορία του κτιρίου που σήμερα φιλοξενεί το δικαστικό μέγαρο της πόλης, ενώ εκείνα τα χρόνια στέγαζε κρατούμενους και υποδίκους.

► Στις 29 Μαρτίου 1920 «άπαντες οι κρατούμενοι» των φυλακών φέρονταν να είχαν υπογράψει επιστολή, η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Το Φως της Θεσσαλονίκης δυο μέρες αργότερα, περιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο είχαν γιορτάσει την Ανάσταση μέσα στις φυλακές: Τη θεία λειτουργία είχε τελέσει ο επιτετραμμένος ιερέας των φυλακών, ο οποίος εδέησε υπέρ της ταχείας απελευθέρωσης όλων των κρατουμένων, ενώ τον πανηγυρικό λόγο της Ανάστασης εκφώνησε ο «διδάκτωρ της νομικής τέως ερμηνεύς του Α.Ε.Ε.» Ανέστης Μουτεβελής, ο οποίος παράλληλα έπλεξε και το εγκώμιο του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου. Από την τελετή δεν έλειψαν και τα κόκκινα αβγά, τα οποία διανεμήθηκαν σε όλους τους υπόδικους και τους κατάδικους με πρωτοβουλία του εισαγγελέα Σερρών, Φωτίου Κριτσέλη.

Γενικά φαίνεται ότι το Πάσχα γιορταζόταν τακτικά στις φυλακές με πρωτοβουλία είτε του μητροπολίτη Σερρών είτε κάποιου φιλανθρωπικού σωματείου. Για παράδειγμα, γράφτηκε στον τύπο ότι εν όψει του Πάσχα του 1925 η φιλόπτωχος αδελφότητα κυριών «Εμμέλεια» είχε συγκεντρώσει 2.200 δρχ. και αρκετά ρούχα υπέρ των κρατουμένων, στους οποίους υποσχέθηκε επιπλέον ένα διαφορετικό εορτασμό με κόκκινα αβγά και ψητό αρνί!

Κάποια χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1928, κρατούμενοι μαζί με το Ορφανοτροφείο Θηλέων έψαλαν επιτάφιους θρήνους στο παρεκκλήσι της φυλακής τη Μεγάλη Παρασκευή και από το πρωί της Κυριακής του Πάσχα οι δικαστές και ο εισαγγελέας του Πρωτοδικείου Σερρών, αλλά και εκπρόσωποι διαφόρων συλλόγων και σωματείων γιόρτασαν τη Λαμπρή μαζί με τους κρατούμενους, στους οποίους έδωσαν διάφορα δώρα, ψωμιά, αβγά κλπ.

 

► Στις 05.07.1925 ο ανταποκριτής της εβδομαδιαίας αθηναϊκής εφημερίδας Εξέλσιορ μετέφερε «τας απείρους ευχαριστίας» των κρατουμένων προς τον «γενναιόψυχο» εισαγγελέα Πατσουρίδη, το σύλλογο κυριών και  ολόκληρη τη σερραϊκή κοινωνία με αφορμή μια ευεργετική θεατρική παράσταση, οι εισπράξεις της οποίας φέρονταν να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους.

 

► Στις 20 Μαρτίου 1927 στις φυλακές εγκαινιάστηκε ο ναός του Αγίου Ελευθερίου μετά από άοκνες προσπάθειες της Αγγελικής Σχοινά. Μ’ αυτήν την αφορμή, εκπρόσωπος των υποδίκων των φυλακών Σερρών ευχαρίστησε δημόσια –μέσω της εφημερίδας Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος– μια σειρά προσώπων, όπως τον εισαγγελέα Σ. Πατσουρίδη, το νομάρχη Πιστολάκη, την πρόεδρο και μέλη του συλλόγου δεσποινίδων, καθώς και τη Φραξούλα Σταμούλη, γνωστή και ως «μάνα» της φυλακής.

Χάρη στη Φραξούλα Σταμούλη γινόταν κάθε Κυριακή –ενίοτε και μέσα στην εβδομάδα– χορήγηση συσσιτίου στους κρατουμένους, συλλογή και διανομή ειδών ρουχισμού, σαπουνιών και ξύλων για την ατομική τους καθαριότητα.

Εξάλλου κάθε χρόνο στη γιορτή του αγίου Ελευθερίου ο μητροπολίτης χοροστατούσε στη θεία λειτουργία παρουσία των δικαστικών λειτουργών, αντιπροσωπείας του Δικηγορικού Συλλόγου, δημοσίων υπαλλήλων απ’ όλους τους κλάδους, των προεδρείων φιλανθρωπικών σωματείων κλπ.

………………………….

Πόσο καλές ήταν όμως οι συνθήκες διαβίωση των κρατουμένων;

Στον Ταχυδρόμο Βορείου Ελλάδος της 27.06.1923, ο ανταποκριτής της εφημερίδας με το ψευδώνυμο Ζ. μετέφερε μια απογοητευτική εικόνα από την κατάσταση των φυλακών. Θαύμαζε βέβαια την εντυπωσιακή εξωτερική εμφάνιση του κτιρίου, όμως αυτή ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τις συνθήκες που επικρατούσαν στο εσωτερικό του. Έγραφε:

«Ο δια πρώτην φοράν ερχόμενος εις την πόλιν μας θα αντικρύση εν μεγαλοπρεπέστατον κτίριον επί της οδού του Σταθμού τριώροφον, με μαρμαρίνην σκάλα, με καλλιτεχνικά αετώματα. Είναι αι φυλακαί της πόλεως. Ευθύς πας τις θα σχηματίση την γνώμην ότι οι Σερραίοι είνε φιλάνθρωποι διά να διατηρούν τα δύσμοιρα αυτά συντρίμματα της κοινωνίας εις τοιούτον κτίριον και εις τοιαύτα ευάερα και ευρύχωρα διαμερίσματα. Αλλά εάν παρατηρήση περισσότερον θα ίδη με έκπληξίν του ότι το κτίριον φαίνεται ακατοίκητον, δεν βλέπει τις ειμή τους φρουρούς στρατιώτας και τότε θα υποθέση ότι εις την πόλιν των Σερρών δεν υπάρχουν κατάδικοι. Οποία όμως απάτη! Εάν θελήση να διεισδύση εντός τότε θα ίδη μέσα εις υπόγεια και καταβόθρας εκτυλισσόμενον εν στυγερόν έγκλημα το οποίον διαπράττεται υπ’ αυτής της κοινωνίας εις βάρος εκείνων εκ των μελών της, άτινα έτυχον του μικροτέρου κλήρου εις τον καταμερισμόν των αγαθών. Θα ίδη σωρηδόν ερριμένας ατυχείς υπάρξεις μέσα εις ζοφεράν κόλασιν, θα ίδη εκεί αντικαθιστάμενον εις την θέσιν του εγκλήματος του ενόχου το έγκλημα της κοινωνίας, θα ίδη τον ένοχον μεταβαλλόμενον εις θύμα. Εντός 5 διαμερισμάτων φωτιζομένων διά μιας στενής οπής θα ίδη βιούσας υπέρ τας 200 ανθρωπίνας υπάρξεις. Ουδείς δύναται και εξ ικανής εισέτι αποστάσεως να πλησιάση την αγρίαν εκείνην τρώγλην εκ της φοβεράς δυσοσμίας ήτις εκπέμπεται. Και εντός ταύτης δεν φθείρεται μόνον η υγεία των δυστυχών αυτών αλλά και η ψυχή αυτών διότι το χαρακτηριστικόν των τοιαύτης φύσεως βασάνων είναι ότι μεταμορφώνουσι τον άνθρωπον εις θηρίον φοβερόν ανήμερον.

Αυτά είναι τα σωφρονιστήρια της πολιτείας. Και ταύτα καθ’ ην στιγμήν τελειότατα δωμάτια ευρίσκονται κενά μη έχοντα ανάγκην ή ελαχίστης επισκευής.»

 

Αισθητά βελτιωμένη παρουσιαζόταν η κατάσταση τέσσερα χρόνια αργότερα, σύμφωνα τουλάχιστον με τον απολογισμό του διευθυντή των φυλακών, Τίτου Μερκατάκη, στα πλαίσια ανάλογου αφιερώματος της εφημερίδας Μακεδονίας στις 20.09.1927, όπου μάλιστα το κτίριο των φυλακών εγκωμιαζόταν ως «το ωραιότερον και το μεγαλείτερον τουρκικόν κτίριον εν τη Ανατολική Μακεδονία».

Σ’ ό,τι αφορά τον Τίτο Μερκατάκη, ο τότε διευθυντής των φυλακών καυχόταν:

«Ότε παρέλαβον την διεύθυνσιν των φυλακών τούτων, τον Δεκέμβριον του 1926, εύρον μίαν αξιοθρήνητον κατάστασιν. Η θέσις των κρατουμένων ήτο απελπιστική. Υπέρ τους 90 εξ αυτών εκρατούντο εντός πέντε θαλάμων, οι οποίοι ήσαν τελείως κατεστραμμένοι. Τα δάπεδα κατερρειπωμένα, μόλις καλύπτοντα ολοκλήρους υπονόμους, έργα των κατά περιόδους μηχανευομένων αποδράσεις. Εις τους τοίχους υπήρχον οπαί και ανοίγματα εις την οροφήν, κάθε άλλο παρά φυλακαί ηδύναντο ν’ αποκληθούν οι θάλαμοι αυτοί.

Η δυσοσμία δεν περιεγράφετο. Εστία νοσογόνος είχεν καταστεί. Έλλειπε και η πλέον στοιχειώδης επιτήρησις. Κοπρώνες και χωνευτήρια διαφόρων απορριμμάτων. Δεν προσθέτω εις την ελεεινότητα αυτήν τας κλοπάς αι οποίαι διεπράττοντο και τας εκμεταλλεύσεις αι οποίαι διενεργούντο μεταξύ των κρατουμένων, μεταξύ των οποίων είχον συσταθεί διάφοροι χασισοποτικαί ομάδες. Επί έτος και πλέον ο ιερεύς δεν είχεν πατήσει το έδαφος των φυλακών, η δε στοιχειώδης ιατρική επίσκεψις ήτο άγνωστος εις τους κρατουμένους. Ασθενείς κρατούμενοι κατέκειντο μέσα εις τους βρωμερούς θαλάμους, χωρίς καμμίαν περίθαλψιν ή συναντίληψιν. Η δημιουργία πυρήνος εργασίας, ουδενός την σκέψιν απησχόλησε ποτέ, λόγω του ότι αι φυλακαί επί σειράν ετών δεν διηυθύνοντο από υπαλλήλους της υπηρεσίας των φυλακών, αλλ’ από άλλους κρατικούς υπαλλήλους, μηδεμίαν σχέσιν έχοντας με την ειδικήν και δυσχερή υπηρεσίαν των φυλακών.

Ενώπιον τοιαύτης αξιοθρηνήτου καταστάσεως ευρεθείς, φαντάζεσθε πόσας δυσχερείας αντιμετώπισα διά να κατωρθώσω μίαν βελτίωσιν. Πρώτη μου σκέψις ήτο να επιδιώξω την ενίσχυσιν του ανορθωτικού έργου των φυλακών διά των ενταύθα φιλανθρωπικών σωματείων.

Κατόπιν συνεννοήσεώς μου μετά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου, προς τον οποίον υπέμνησα καταλλήλως την εκ σχετικού διατάγματος απορρέουσαν δικαιοδοσίαν του ως πρωτεύοντος μέλους της ειδικής εφορευτικής επιτροπής των φυλακών και κατόπιν των δεουσών ενεργειών επετεύχθη η παραχώρησις ενός διαμερίσματος εις το ενταύθα στρατιωτικόν νοσοκομείον, προς νοσηλείαν των ασθενούντων κρατουμένων. Κατωρθώθη επίσης να υποδαυλισθή το ενδιαφέρον ιατρών της πόλεώς μας υπέρ των φυλακών, οι οποίοι ωργάνωσαν μίαν τακτικήν υγειονομικήν υπηρεσίαν. Δεν ηδραίωσαν ούτε τα φιλανθρωπικά σωματεία, τα οποία συνέστησαν διά μηνιαίων εράνων και εισφορών τακτικά συσσίτια υπέρ των κρατουμένων, δις και τρις της εβδομάδος και τα οποία διένειμον ενδύματα και υποδήματα εις τους απόρους. Η καθαριότης εννοείται, επεβλήθη εκ των πρώτων υπό την αυστηροτέραν της μορφήν.

Κατόπιν της διορθώσεως των κακώς κειμένων, εσκέφθημεν κατά πόσον θα ήτο εύκολος και η δημιουργία εργασίας εντός του καταστήματος των φυλακών. Διά της ιδίας προσπαθείας, την οποίαν κατέβαλλον πάντες, κατωρθώσαμεν και συνεκροτήσαμεν το πρώτον συνεργείον υποδηματοποιίας, το οποίον τώρα απασχολεί δέκα πέντε εργάτας. Εις το συνεργείον τούτο επισκευάζονται τα υποδήματα των τροφίμων των ενταύθα ορφανοτροφείων. Ιδρύσαμεν επίσης συνεργεία χορτοπλεκτικής, εις το οποίον απασχολούνται υπέρ τους δέκα πέντε εργάτας. Ως αρχιτεχνίτας των δύο συνεργείων εχρησιμοποιήσαμεν υπαλλήλους των ορφανοτροφείων και διδασκαλίσσας της χειροτεχνίας.

Δεν παρελείψαμεν κατόπιν τούτων να ιδρύσωμεν παρεκκλήσια εντός των φυλακών διά την εκτέλεσιν των θρησκευτικών καθηκόντων των κρατουμένων. Τα παρεκκλήσια ταύτα με όλην την άλλην εργατικήν κίνησιν των κρατουμένων, ήρχισε να παρατηρείται μία κάποια ηθική των εξυγίανσις, έκδηλος δε είναι η επίδρασις επί της ψυχοσυνθέσεώς των, μετά την μεταβολήν αυτήν εις το κυρίως μέγα κτίριον το οποίον πληροί πάντας τους όρους της υγιεινής.

Τα αποτελέσματα της ανορθωτικής αυτής εργασίας των φυλακών κατέστησαν ταχύτατα αντιληπτά παρά τη ενταύθα κοινωνία, η οποία είναι ενθουσιασμένη με το ενδιαφέρον των υπέρ των φυλακών εργαζομένων.

Αλλά δεν ηρκέσθημεν εις μόνα τ’ ανωτέρω μέτρα. Ιδρύσαμεν και σχολεία των φυλακών, όπου φοιτούν οι αγράμματοι κρατούμενοι. Εις το σχολείον τούτο διδάσκουν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης, ο Αρχιμανδρίτης κ. Σινέσιος, ο διευθυντής του ορφανοτροφείου Αρρένων κ. Κατσούφρης και τινες δημοδιδάσκαλοι.»

 

Άλλος ένας έπαινος για το έργο του Τίτου Μερκατάκη σ’ ένα ακόμη αφιέρωμα στις επανορθωτικές φυλακές των Σερρών, αυτήν τη φορά στο Φως της 15.04.1928:

«Είνε ένας πατρικός διευθυντής, που ακούει τα παράπονα, τα αιτήματα και τους πόνους των φυλακισμένων του, οποιανδήποτε ώραν και στιγμήν και συντείνει με την καλοσύνην του και [το] εξαιρετικόν σύστημά του να εμφυσά καλοσύνην, φιλοπονίαν και ιλάρυνσιν και εις τας πλέον εσκληρημμένας ψυχάς των κρατουμένων, επιβάλλων ούτω εις αυτόν την επανορθωτικήν διάπλασιν και ηθικοποίησιν», έγραφε ο δημοσιογράφος Δημοσθ. Κρεστενίτης.

Εκείνη την περίοδο οι φυλακές φιλοξενούσαν περισσότερους από 100 κρατουμένους, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί για αδικήματα, όπως κλοπές, διαρρήξεις, τραυματισμούς κλπ. Διέθεταν μηχανουργείο και ξυλουργικό εργαστήριο, όπου οι φυλακισμένοι εργάζονταν και μάθαιναν τέχνες που θα τους χρησίμευαν μετά την έκτιση της ποινή τους.

Στον ίδιο χώρο στεγάζονταν και γυναικείες φυλακές, όμως οι κρατούμενες ήταν αυστηρά απομονωμένες από τους άνδρες.

……………………………………

Σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης, ας κρατήσουμε όμως και μια επιστολή κρατουμένου στο Ριζοσπάστη το Φεβρουάριο του 1930. Δεν έχει καμία σχέση με παλιότερες επιστολές κρατουμένων προς αστικές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, γεμάτες επαίνους για τους δικαστικούς λειτουργούς και τις όποιες φιλανθρωπίες. Η εικόνα, όπως μεταφέρθηκε εν προκειμένω, προσιδίαζε σ’ ένα καθεστώς ανομίας και πλήρους απαξίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης. Ακολουθούν εκτενή αποσπάσματα, παραλείποντας μόνο όσα περιείχαν ονομαστικές κατηγορίες κατά συγκεκριμένων ατόμων από το προσωπικό των φυλακών, καταγγελίες που δεν μπορούν να επαληθευθούν από άλλη πηγή:

«Μέσα στις φυλακές Σερρών υπάρχει τέτοια βρώμα που κι αυτά τα γουρούνια δεν είνε δυνατόν να ζήσουν. Η αυλή είναι γεμάτη από βρώμα. Εκχειλίζουν σ’ αυτή τα αποχωρητήρια και καθιστούν αδύνατον όχι τον περίπατο μα ούτε και την παραμονή των φυλακισμένων. Τα νερά της βρύσης εκχειλίζουν και γίνεται λίμνη ολόκληρη η αυλή. Μόλις ανεβαίνεις τις σκάλες δεξιά και αριστερά βρώμες και φτυσίματα κολλημένα στους τοίχους. Οι θάλαμοι επίσης γεμάτοι απ’ ό,τι βρώμα φαντάζεται κανείς. Άρρωστοι, φυματικοί, όλοι ανακατεμένοι, καμμιά τάξη στην καθαριότητα. Τα ναρκωτικά είδη, χασίς, οινοπνεύματα και ό,τι άλλο ναρκωτικό είνε συνηθέστατα. [...]

Μόλις θα μπη ο φυλακισμένος θα του ληστέψουν 7 δραχ. για αίτηση, λέγει, για να του δίδουν ψωμί, αυτές παίρνουνται και απ’ τους χρεωφειλέτες, που δεν παίρνουν ψωμί. Επίσης του γίνεται έρευνα, του κατάσχονται τα λεφτά και του δίνεται μια απόδειξη. Όταν ζητάν οι φυλακισμένοι τα λεφτά τους πότε δεν τους δίδουν και πότε τους δίνουν 10 ή 25 δραχ. από 200 ή 300 δραχ. που έχουν καταθέσει. [...] Υπάρχουν κρεββάτια που ενοικιάζουνται αντί 100 ή 150 δραχ. Άμα μπει κανένας φυλακισμένος για χρέος και πρόκειται να πληρώσει ο φύλακας παίρνει τη μίντζα του.

Το παντοπωλείον τώχει η σπείρα αυτή και πουλάει διπλάσια από την αγορά, λάδι 48 δραχ. την οκά, στην αγορά έχει 28, πατάτες 4 δραχ. έξω 1, φασόλια σάπια 30 δραχ. έξω 15, κάρβουνα βρεγμένα 50% 4,50 δρ. έξω 3 τα καλά και ούτω καθεξής.

Μπροστά στην κατάσταση αυτή είμασταν υποχρεωμένοι να καταγγείλουμε τα αίσχη αυτά στον εισαγγελέα και τον Νομάρχη να απομακρύνουν αυτούς απ’ τη φυλακή και να προβούν σ’ ανακρίσεις για να ανακαλυφθούν και μεγαλύτερα αίσχη. Ο εκβιασμός ακόμη του Κιρκασίου Μ. Ασκάρ Τζημάλ που του πήραν με τη βία 1325 δραχ., το πούλημα των εργαλείων του συνεργείου, οι πλαστογραφίες και υπεξαιρέσεις που κατήγγειλεν ο άλλοτε φυλακισμένος Λαμάρας κλπ. Προ ημερών οι τραμπούκοι αυτοί έθεσαν σ’ ενέργεια τα τρομοκρατικά μέτρα. Κατέβασαν διά της βίας τον σ. Λυμπερόπουλον στην εκκλησιά ενώ ήταν άρρωστος, τούδωσαν μια δραχμή και τραβώντας τον έστειλαν να ανάψει ένα κερί. Ο σ. εζήτησε να του εξηγήσουν τι θέλουν με την πρόκληση αυτή και αμέσως τον άρπαξαν και τον βάλανε μέσα στο μπουντρούμι για 10 ημέρες. Την άλλη μέρα κάλεσαν στο γραφείο τον φυλακισμένο Βασιλειάδη. Τον χτύπησαν και τον απείλησαν με το πιστόλι. Οι φυλακισμένοι ύστερα από τους δαρμούς του φυλακισμένου αυτού διαμαρτυρήθηκαν, έκανε ανακρίσεις ο εισαγγελέας μα δε βαρυέσαι.

Κατόπιν έστησαν την εξής μηχανή. Μάζεψαν τους χασικλήδες όλους και άρχισαν να μαζεύουν υπογραφές ότι οι μπολσεβίκοι θέλουν να μας στείλουν εξορία σ’ άλλη φυλακή και ότι θέλουν να χαλάσουν την εκκλησία, την οικογένεια κλπ. και να ζητούν εντός 24ώρου να μας εξορίσουν και τόσες άλλες απειλές, αλλά κι αυτά δεν έπιασαν. Οπότε άρχισαν τις ραδιουργίες και μετά παρέλευση ενός μηνός εδέησε να δικασθή ο παλληκαράς ύστερα από την πίεσή μας για μια υπόθεση για έξη μήνες και να απομακρυνθή απ’ τη φυλακή ο ντερβέναγας της φυλακής, να μην ενοικιάζουνται τα κρεββάτια, μας φέρανε πτυελοδοχεία, κάμανε λουτρά για τους φυλακισμένους, έπαυσε η τρομοκρατία, το μπουντρούμι, στάλθηκαν οι άρρωστοι στο νοσοκομείο κλπ.»

 

► Στις 24 Μαρτίου 1930 οι κρατούμενοι των φυλακών κήρυξαν απεργία πείνας. Συγκέντρωσαν τα τρόφιμα στο προαύλιο της φυλακής και εξέλεξαν επιτροπή, η οποία συναντήθηκε με το διευθυντή των φυλακών, από τον οποίο ζήτησαν τη χορήγηση χαρίτων. Όλη τη μέρα οι κρατούμενοι παρέμειναν ξαπλωμένοι στα δωμάτιά τους και αρνήθηκαν να σιτιστούν, ενώ εμφανίζονταν έτοιμοι να συνεχίσουν την απεργία μέχρι την αποδοχή των αιτημάτων τους. Αυτή η κίνηση ωστόσο δεν ήταν αυτοτελής, αλλά ερχόταν σε συνέχεια αντίστοιχων απεργιών πείνας με παρόμοια αιτήματα, που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη στις φυλακές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όμως δεν είχαν συνέχεια.

 

► Τις κακές συνθήκες υγιεινής και το έλλειμα επαρκούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στις φυλακές των Σερρών έθιγε μια ανταπόκριση στα Μακεδονικά Νέα της 05.02.1933: «Διεπιστώθη ότι οι περισσότεροι των κρατουμένων εις τας ποινικάς φυλακάς υποφέρουν εξ ελονοσίας κακοήθους μορφής. Δεδομένου ότι δεν χορηγείται εις τούτους τροφή, αλλ’ ημίσεια οκά άρτου μόνον ημερησίως και ότι και κινίνη δεν δίδεται επαρκής, εύκολον είνε να φαντασθή κανείς εάν θα θεραπευθούν ποτέ.».

Εξάλλου σχεδόν ένα χρόνο αργότερα (25.01.1934), ακόμη και η φιλοκυβερνητική σερραϊκή εφημερίδα Η Πρόοδος επισήμανε την ανάγκη πρόσληψης γιατρού στις ποινικές φυλακές των Σερρών και σχολίαζε: «Δεν νομίζομεν ότι θα πτωχεύση το δημόσιον ταμείο διά της προσλήψεως εις την κρατικήν ταύτην υπηρεσίαν ιατρού, αμοιβομένου μάλιστα ως γνωστόν, αντί 600 δραχμών μηνιαίως».

 

► Αντίθετα, μια ειδυλλιακή εικόνα μετέφερε ο ανταποκριτής του Φωτός Πάνος Πιέρρος σ’ ένα αφιέρωμα στις φυλακές των Σερρών στις 06.01.1935. Όλα παρουσιάζονταν τέλεια οργανωμένα και αξιοζήλευτα, ο δε διευθυντής των φυλακών Σωτηριάδης, ο αρχιφύλακας Ζούνης και ο εισαγγελέας Κωνσταντινίδης παρομοιάζονταν με πατερούληδες, οι οποίοι φρόντιζαν να είναι όλα τέλεια για τους τρόφιμους του ιδρύματος, οι τελευταίοι δε με τη σειρά τους εμφανίζονταν ευγνώμονες απέναντί τους.

 

► Όλα αυτά τα εξόχως κολακευτικά αφιερώματα, που κατά καιρούς φιλοξενούνταν σε μερίδα του τύπου της Θεσσαλονίκης, είχαν οπωσδήποτε μια δόση υπερβολής και παρουσίαζαν μάλλον μονόπλευρα την κατάσταση που επικρατούσε στις φυλακές των Σερρών, εκτός κι αν θεωρήσουμε ότι οι εναλλαγές των συνθηκών διαβίωσης των κρατουμένων ήταν τόσο μεγάλες ώστε τη μια χρονιά οι τρόφιμοι να υποφέρουν από ελονοσία, έλλειψη φαγητού, διακίνηση χασίς και κακομεταχείριση από το προσωπικό, και ως διά μαγείας όλα αυτά να εξαφανίζονται τελείως ένα-δυο χρόνια αργότερα. Όπως και νά χει, από ένα αφιέρωμα στο Φως  της 06.01.1935 στέκομαι στις περιγραφές του χώρου των φυλακών –τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό του κτιρίου– αλλά και στο σχόλιο ότι το κτίριο αυτό θα μπορούσε να στεγάσει τα δικαστήρια της πόλης:

«Εις το κεντρικώτερον σημείον της πόλεως Σερρών και επί της μεγάλης λεωφόρου της αγούσης εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν προβάλλει επιβλητικόν εν ωραιότατον μέγαρον. Όταν διά πρώτην φοράν κανείς επισκέπτεται τας Σέρρας νομίζει ασφαλώς ότι εις το μέγαρον αυτό θα είνε εγκατεστημένη η νομαρχία ή άλλη τις ανωτέρα δημοσία αρχή.

Εν τούτοις. Εις το ωραίον αυτό κτίριον είνε εγκατεστημέναι αι φυλακαί. Πολλοί απορούν ότι εις το πλέον κεντρικόν σημείον της πόλεως και εν κτίριον τόσον επιβλητικόν και τόσον θαυμάσιον, όπου ηδύνατο να εγκατασταθούν θαυμασίως τα δικαστήρια ή άλλη τις αρχή, χρησιμοποιείται ως φυλακή. Οι απορούντες δεν έχουν δίκαιον.

Εκεί ένθα σήμερον το κτίριον των φυλακών, άλλοτε προ της εφαρμογής του σχεδίου πόλεως και προ της ανεγέρσεως των μεγάλων και εκτεταμένων προσφυγικών συν/σμών ήτο το ακρότατον σημείον των Σερρών. Αλλά και από απόψεως υγιεινής και εφαρμογής των νέων σωφρωνιστικών μεθόδων δεν επιτρέπεται η μετακίνησις των φυλακών και κατά συνέπειαν η μεταγωγή των φυλακισμένων εις άλλο κτίριον.

Εισερχόμεθα εις τας φυλακάς. Ο διευθυντής αυτών κ. Σωτηριάδης μετά του αρχιφύλακος κ. Ζούνη μας υποδέχονται προθυμότατα και τίθενται εις την διάθεσίν μας διά πάσαν πληροφορίαν. Αφού εθαυμάσαμεν την τάξιν η οποία παρατηρείται εις τα γραφεία της διευθύνσεως, εισήλθομεν εις το προαύλιον των φυλακών. Γύρω του είνε εγκατεστημένα διάφορα συνεργεία, εις τα οποία εργάζονται οι φυλακισμένοι.

Τόσον εις το προαύλιον, όσον και εις τα δωμάτια των συνεργείων επικρατεί πλήρης τάξις και παραδειγματική καθαριότης. Εις το βορειοδυτικόν μέρος του προαυλίου έχει ανεγερθεί εκκλησία αφιερωμένη εις τον προστάτην των εγκαθείρκτων άγιον Ελευθέριον. Κατ’ έτος εις την εκκλησίαν αυτήν και κατά την ημέραν της μνήμης του αγίου τελείται μεγάλη λειτουργία, εις την οποίαν παρίστανται άπασαι αι δικαστικαί αρχαί, οι προϊστάμενοι των δημοσίων υπηρεσιών, αι στρατιωτικαί αρχαί, τα προεδρεία των εμποροεπαγγελματικών οργανώσεων της πόλεως, οι φιλάνθρωποι Σερρών και αρκετόν πλήθος κόσμου.

Κατά την ημέραν αυτήν δίδεται πλουσιώτατον συσσίτιον εις τους φυλακισμένους και γίνεται και έρανος εκ του οποίου προέρχεται εν οπωσδήποτε σημαντικόν ποσόν, διά τας ανάγκας των κρατουμένων.

Ανερχόμεθα εις το άνω πάτωμα του πρώτου και μεγάλου κτιρίου των φυλακών. Εις δωμάτια ευήλια και ευάερα, πληρούντα όλους τους όρους της υγιεινής και της καλής διαμονής, είνε εγκατεστημένοι οι κοιτώνες των κρατουμένων. Οι υποδικοκατάδικοι κοιμούνται εις κρεββάτια σιδηρά και ωραία με στρώματα και κουβέρτες. Όλα αυτά είνε κτήμα των φυλακών. Κάθε κρατούμενος έχει το κρεββάτι του.

Τα δωμάτια είνε ηλεκτροφώτιστα και θερμαίνονται τακτικά. Η καθαριότης και η τάξις, είνε παροιμιώδεις. Νομίζει κανείς ότι εισέρχεται εις δωμάτια ξενοδοχείου. Δι’ αυτόν δε τον λόγον δεν δύναται να τα αποκαλέση κελλία φυλακισμένων [...]».

 

► Σε μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη, οι σκέψεις για μεταφορά των φυλακών ήταν η αφορμή για συνάντηση του νομάρχη Σερρών, Νικόλαου Καλτεζιώτη, με τον υπουργό Δικαιοσύνης Άγη Ταμπακόπουλο στη Θεσσαλονίκη περί τα μέσα Απριλίου 1940. Ο νομάρχης έθεσε το ζήτημα της ανέγερσης νέων φυλακών και με τη σειρά του ο υπουργός έδωσε εντολή να εξευρεθεί το κατάλληλο οικόπεδο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Σερραϊκού Βήματος στις 21.04.1940.

Οι δραματικές πολεμικές εξελίξεις των επόμενων μηνών και οι ανατροπές που ακολούθησαν, δεν επέτρεψαν την ευόδωση ενός τέτοιου σχεδίου. Οι αλλαγές θα καθυστερούσαν δυο... δεκαετίες, μέχρι την αλλαγή χρήσης του κτιρίου με τη μετεγκατάσταση των δικαστηρίων σ’ αυτό τον Ιανουάριο του 1960.


Εισαγωγή

  Σκοπός της παρούσας έρευνας δεν είναι η συγγραφή της Ιστορίας, αλλά: - α. Η εξοικείωση με τη ζωή στην περιοχή που σήμερα ορίζεται γεωγρ...